Μερική απασχόληση στο Δημόσιο, έξοδος συμβασιούχων

Με μολύβι και χαρτί ο λογαριασμός των περικοπών ύψους 6,4 δισ. ευρώ μέσα στο 2011 δεν βγαίνει. Θέλει φαντασία και, κυρίως, τη συγκατάβαση της τρόικας, που για την ώρα δεν δείχνει να έχει πειστεί ως προς την εγκυρότητα των νέων προβλέψεων του οικονομικού επιτελείου. Στο πρώτο κεφάλαιο για τον εξορθολογισμό της μισθολογικής δαπάνης το συνολικό ποσό που προβλέπεται ότι θα εξοικονομηθεί μέσα στους επόμενους έξι μήνες είναι 550 εκατομμύρια ευρώ. Κατανέμεται σε τέσσερις τομείς, τη μείωση των συμβασιούχων, τη θεσμοθέτηση της δυνατότητας μερικής απασχόλησης στις δημόσιες υπηρεσίες, την αναστολή της μισθολογικής ωρίμανσης των υπαλλήλων και την αύξηση των ωρών εργασίας από 37,5 σε 40 την εβδομάδα.
- Ο αριθμός των συμβασιούχων υπολογίζεται σε 50.000 και για την εξοικονόμηση περίπου 200 εκατ. ευρώ στο εξάμηνο πρέπει να λυθούν οι συμβάσεις σχεδόν των μισών. Το πρόβλημα αφορά κυρίως τους δήμους, οι οποίοι χωρίς τους συμβασιούχους θα βρεθούν σε αδυναμία να παρέχουν υπηρεσίες πρόνοιας και καθαριότητας. Με τους συμβασιούχους συντάσσονται και οι περισσότεροι δήμοι.

- Η δυνατότητα μερικής απασχόλησης δεν έχει θεσμοθετηθεί, συνεπώς δεν μπορεί να προβλεφθεί ο αριθμός των υπαλλήλων που θα κάνει χρήση της δυνατότητας και το οικονομικό αποτέλεσμα.

- Η αναστολή της μισθολογικής ωρίμανσης μπορεί να δώσει γύρω στα 50 εκατ. ευρώ εάν εφαρμοστεί άμεσα και για όλες τις κλίμακες, ενώ η απώλεια για κάθε υπάλληλο θα είναι από 50 μέχρι 100 ευρώ στο εξάμηνο.

- Η αύξηση των ωρών εργασίας κατά 2,5 την εβδομάδα δεν έχει άμεσο οικονομικό αποτέλεσμα ωστόσο ισοδυναμεί, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της κυβέρνησης, με την εξοικονόμηση μισθών 40.000 υπαλλήλων σε ετήσια βάση (20.000 το εξάμηνο). Ωστόσο, εάν μετρηθεί ως απλήρωτη υπερωριακή απασχόληση η εξοικονόμηση υπολογίζεται από 35 έως 50 εκατ. ευρώ στο εξάμηνο.

Από την περαιτέρω μείωση των λειτουργικών δαπανών το οικονομικό επιτελείο υπολογίζει 140 εκατ. ευρώ και αυτό το ποσό θα προέλθει από τρεις πηγές:

- Τη μείωση της προμήθειας από τον προϋπολογισμό προς την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία πάντως υπολογίζεται ότι θα δώσει γύρω στα 10 εκατ. ευρώ και αφορά τις συναλλαγές του Δημοσίου με την Τράπεζα.

- Περίπου 10 με 15 εκατ. ευρώ υπολογίζονται από τη μείωση της επιχορήγησης διανομής των εφημερίδων και των περιοδικών. Το 2009 η ετήσια δαπάνη ήταν 40 εκατ. ευρώ, πέρυσι γύρω στα 33 και φέτος αρχικά είχε προϋπολογιστεί στα περυσινά επίπεδα. Η επιχορήγηση καλύπτει το σύνολο του τύπου και όλα τα περιοδικά, ακόμη και αυτά που εκδίδονται άπαξ. Τα κριτήρια επιχορήγησης της διανομής δεν έχουν καθοριστεί.

- Το υπόλοιπο ποσό, περίπου 100 εκατ. ευρώ, προβλέπεται ότι θα συγκεντρωθεί με την παρακράτηση του 7% των κονδυλίων που προβλέπει ο προϋπολογισμός για λειτουργικές δαπάνες στα υπουργεία.

- Ποσό 450 εκατ. ευρώ υπολογίζεται ότι θα εξοικονομηθεί μέσα σε έξι μήνες με τις καταργήσεις φορέων και τη μείωση των επιχορηγήσεων. Η γενική πρόβλεψη όμως δεν έχει επιμεριστεί ακόμα σε συγκεκριμένους τομείς.

- Από τη μείωση επιχορηγήσεων σε φορείς του στενού Δημόσιου επιχειρείται να μαζευτούν περίπου 100 εκατ. ευρώ. Ουσιαστικά θα περικοπούν τα κονδύλια για προμήθειες, τα οποία πάντως είναι ήδη οριακά (680 εκατ. ευρώ για το σύνολο του έτους).

- Αλλα τόσα υπολογίζεται ότι θα μαζευτούν από τη μείωση επιχορηγήσεων προς τους φορείς του ευρύτερου Δημόσιου.

- Προβλέπεται ακόμη και μείωση επιχορήγησης σε απομακρυσμένες περιοχές, άλλα 100 εκατ. ευρώ, χωρίς όμως να έχουν εξειδικευτεί τα μέτρα και οι πηγές. Οι επιχορηγήσεις για τις απομακρυσμένες περιοχές είναι κατακερματισμένες σε όλο το φάσμα των δαπανών, όπως και των φορολογικών άλλων ελαφρύνσεων.

- Ο πιο φιλόδοξος στόχος αφορά τα 150 εκατ. ευρώ από τις καταργήσεις και συγχωνεύσεις φορέων. Από τις προηγούμενες συγχωνεύσεις (περίπου 200) η εξοικονόμηση που επιτεύχθηκε για το σύνολο του έτους υπολογίζεται σε 10 εκατ. ευρώ. Ο κατάλογος των επόμενων φορέων δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Ακόμη και όλοι να συγχωνευτούν (1.500 με 1.800) είναι αμφίβολο αν θα συγκεντρωθεί αυτό το ποσό χωρίς απολύσεις προσωπικού. Η μισθολογική δαπάνη κατ’ άτομο κυμαίνεται στους οργανισμούς μεταξύ 25.000 και 50.000 ευρώ το χρόνο
.