Με το σύνθημα “Η κρίση ως ευκαιρία”, πραγματοποιήθηκε στο Αμβούργο ημερίδα με θέμα τις επενδυτικές ευκαιρίες στην Ελλάδα. Διοργανωτές ήταν το Εμπορικό Επιμελητήριο του Αμβούργου, το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας και τη Γερμανοελληνική Ένωση Νομικών.
Οι περισσότεροι Γερμανοί ομιλητές μίλησαν με καλά λόγια για το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της ελληνικής κυβέρνησης και τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την εφαρμογή του. Ως προς το ζητούμενο της ημερίδας, την προσέλκυση ξένων επενδυτών στην Ελλάδα, ο Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος παρουσίασε τις ευκαιρίες που παρουσιάζει το νέο πακέτο των 50 δις ευρώ που προτίθεται να ανακοινωθεί στα μέσα Απριλίου ενώ αναφέρθηκε στον ιδιαίτερο ρόλο των ξένων επενδύσεων για την Ελλάδα.
“Οι ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα είναι εν γένει πάρα πολύ χαμηλές σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Εάν θέλαμε να φτάσουμε τα επίπεδα των άλλων χωρών θα έπρεπε να έχουμε όχι 50 δις ευρώ, αλλά πολύ περισσότερες επενδύσεις, απλώς για να γίνουμε μια μέση ευρωπαϊκή χώρα. Οπότε υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για εισροές ξένων κεφαλαίων. Οι εισροές αυτές θα απαλύνουν μεν το δημόσιο χρέος, αλλά θα αποτελέσουν και την κινητήρια δύναμη για μεγαλύτερη ανάπτυξη,” τόνισε ο Κων. Παπαδόπουλος.Οι περισσότεροι Γερμανοί ομιλητές μίλησαν με καλά λόγια για το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της ελληνικής κυβέρνησης και τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την εφαρμογή του. Ως προς το ζητούμενο της ημερίδας, την προσέλκυση ξένων επενδυτών στην Ελλάδα, ο Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος παρουσίασε τις ευκαιρίες που παρουσιάζει το νέο πακέτο των 50 δις ευρώ που προτίθεται να ανακοινωθεί στα μέσα Απριλίου ενώ αναφέρθηκε στον ιδιαίτερο ρόλο των ξένων επενδύσεων για την Ελλάδα.
Η επιθυμία για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων είναι πάντα θεμιτή, ωστόσο δεν έχει βάσεις εάν δεν υπάρχουν οι απαραίτητες προϋποθέσεις: για παράδειγμα η αποτελεσματική αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας αλλά και πολιτικές που να ενθαρρύνουν τις νέες επενδύσεις. Επίσης, δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν είναι ούτε βιομηχανική χώρα, αλλά ούτε και χώρα χαμηλών μισθών όπως η Ινδία, η Κίνα, η Τουρκία ή ορισμένες χώρες της ανατολικής Ευρώπης, οι επενδύσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν σε τομείς υψηλής τεχνολογίας, υποστηρίζει ο διευθυντής του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου στην Αθήνα Μartin Knapp. Πρότυπο θα μπορούσε να είναι η αποκαλούμενη Sun Belt, η Ζώνη του Ήλιου, στις Νότιες Πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών, τη Φλόριντα και την Καλιφόρνια:“Εκεί έχουν συγκεντρωθεί εταιρίες υψηλής τεχνολογίας, παροχής υπηρεσιών, ακόμη και τουριστικών υπηρεσιών. Υπηρεσίες δηλαδή που εύκολα μπορούν να μεταφερθούν στην Ελλάδα και οι οποίες θα μπορούν να διεκπεραιωθούν εδώ υπό ευχάριστες συνθήκες. Πχ. γιατί να αναπτύσσει κανείς λογισμικό σε μια βροχερή γερμανική πόλη και όχι στα παράλια της Μεσογείου;”
Ο Μartin Knapp ανέφερε το παράδειγμα εταιρίας υψηλής τεχνολογίας από τη Στουτγάρδη που “μαθαίνει” σε ρομπότ να βλέπουν. Τα δύο τρίτα του προσωπικού εργάζονται σήμερα στην Αθήνα. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η επιχείρηση του Αμβούργου ENCON η οποία σχεδιάζει μονάδες παραγωγής προϊόντων για χημικές εταιρείες και την πετρελαϊκή βιομηχανία. Για τους λόγους της μεταφοράς του μεγαλύτερου τμήματος των δραστηριοτήτων της εταιρείας στη Θεσσαλονίκη – η διευθύνων σύμβουλος Βιργινία Green: Bildunterschrift: Το 2006 δεν βρίσκαμε προσωπικό στη Γερμανία και αυτό επειδή δεν βρίσκαμε αρκετούς απόφοιτους από τεχνικά πανεπιστήμια. Και επειδή κατάγομαι από την Ελλάδα προτιμήσαμε, αντί να πάμε αλλού, να πάμε στην Ελλάδα.”
Και αυτό είναι ένα δυνατό ατού, το γεγονός δηλαδή ότι η χώρα διαθέτει νέα άτομα με υψηλή μόρφωση: το 50 % κάθε ηλικιακής ομάδας κάτω των 45 ετών είναι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Όμως αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Εάν η εταιρία της Βιργινίας Green εξαρτώντο από την ελληνική αγορά, θα είχε ήδη κλείσει. Σε όποια προκήρυξη διαγωνισμού και αν συμμετείχε στην Ελλάδα, η εταιρία απέτυχε. Το πρόβλημα δεν είναι η προσφορά της, εκτιμά η κ. Green, αλλά το γεγονός ότι επιμένει στη διαφάνεια.
Σε αυτά τα ζητήματα όπως επίσης και στους λόγους για το συγκρατημένο ενδιαφέρον της διασποράς να επενδύσει στην Ελλάδα αναφέρθηκε και ο αντιπρόεδρος του Γερμανο-Ελληνικού Επιχειρηματικού Συνδέσμου στην Κολωνία, Φαίδων Κοτσαμπόπουλος: “Χρειαζόμαστε ένα υγιές πλαίσιο, μια νομοθεσία που να εγγυάται διαφάνεια και δίκαιη αντιμετώπιση. Χρειαζόμαστε επίσης μηνύματα της οικονομίας και του επιχειρηματικού κόσμου της Ελλάδας ότι θέλουν τη συμμετοχή του Ελληνισμού της Διασποράς στην ανασύσταση και αναδόμηση της χώρας. Αλλά αυτό δεν φαίνεται να το επιθυμούν. Είτε επειδή θέλουν να κάνουν τις δουλειές αναμεταξύ τους, είτε επειδή φοβούνται ότι οι Έλληνες του εξωτερικού θα τους πάρουν ευκαιρίες.”
Ο Μartin Knapp ανέφερε το παράδειγμα εταιρίας υψηλής τεχνολογίας από τη Στουτγάρδη που “μαθαίνει” σε ρομπότ να βλέπουν. Τα δύο τρίτα του προσωπικού εργάζονται σήμερα στην Αθήνα. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η επιχείρηση του Αμβούργου ENCON η οποία σχεδιάζει μονάδες παραγωγής προϊόντων για χημικές εταιρείες και την πετρελαϊκή βιομηχανία. Για τους λόγους της μεταφοράς του μεγαλύτερου τμήματος των δραστηριοτήτων της εταιρείας στη Θεσσαλονίκη – η διευθύνων σύμβουλος Βιργινία Green: Bildunterschrift: Το 2006 δεν βρίσκαμε προσωπικό στη Γερμανία και αυτό επειδή δεν βρίσκαμε αρκετούς απόφοιτους από τεχνικά πανεπιστήμια. Και επειδή κατάγομαι από την Ελλάδα προτιμήσαμε, αντί να πάμε αλλού, να πάμε στην Ελλάδα.”
Και αυτό είναι ένα δυνατό ατού, το γεγονός δηλαδή ότι η χώρα διαθέτει νέα άτομα με υψηλή μόρφωση: το 50 % κάθε ηλικιακής ομάδας κάτω των 45 ετών είναι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Όμως αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Εάν η εταιρία της Βιργινίας Green εξαρτώντο από την ελληνική αγορά, θα είχε ήδη κλείσει. Σε όποια προκήρυξη διαγωνισμού και αν συμμετείχε στην Ελλάδα, η εταιρία απέτυχε. Το πρόβλημα δεν είναι η προσφορά της, εκτιμά η κ. Green, αλλά το γεγονός ότι επιμένει στη διαφάνεια.
Σε αυτά τα ζητήματα όπως επίσης και στους λόγους για το συγκρατημένο ενδιαφέρον της διασποράς να επενδύσει στην Ελλάδα αναφέρθηκε και ο αντιπρόεδρος του Γερμανο-Ελληνικού Επιχειρηματικού Συνδέσμου στην Κολωνία, Φαίδων Κοτσαμπόπουλος: “Χρειαζόμαστε ένα υγιές πλαίσιο, μια νομοθεσία που να εγγυάται διαφάνεια και δίκαιη αντιμετώπιση. Χρειαζόμαστε επίσης μηνύματα της οικονομίας και του επιχειρηματικού κόσμου της Ελλάδας ότι θέλουν τη συμμετοχή του Ελληνισμού της Διασποράς στην ανασύσταση και αναδόμηση της χώρας. Αλλά αυτό δεν φαίνεται να το επιθυμούν. Είτε επειδή θέλουν να κάνουν τις δουλειές αναμεταξύ τους, είτε επειδή φοβούνται ότι οι Έλληνες του εξωτερικού θα τους πάρουν ευκαιρίες.”