Προβληματισμός για τις μικρές ελληνικές τράπεζες


Έντονο προβληματισμό για τις μικρές ελληνικές τράπεζες και ιδίως για όσες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα κεφαλαιακής επάρκειας εκφράζει στην κυβέρνηση και την Τράπεζα της Ελλάδος το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που έχει αναλάβει ήδη εκστρατεία για την αντιμετώπιση του ίδιου ακριβώς προβλήματος συνολικότερα στις χώρες της ευρωζώνης. Το απλό μήνυμα του Ταμείου είναι «να τελειώνουμε με τις μικρές τράπεζες» και ήδη οδηγεί σε δραστικές λύσεις, όπως για παράδειγμα η σχεδιαζόμενη απορρόφηση της TBank(τέως Aspis) από το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο.

Η αδύναμες τράπεζες στην «ουρά» των τραπεζικών συστημάτων της Ευρώπης, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το ΔΝΤ στην τελευταία του έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αποτελούν πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπισθεί άμεσα από τις κυβερνήσεις και τις εποπτικές αρχές.
Οι τράπεζες της «ουράς», όπως τονίζει το Ταμείο, δημιουργούν σοβαρό πρόβλημα και στις υγιέστερες, καθώς δημιουργούν συνθήκες υπερπροσφοράς πιστώσεων και αυξάνουν το μέσο κόστος χρηματοδότησης και των μεγαλύτερων τραπεζών, κάτι που για την Ελλάδα έχει μεγάλη σημασία, καθώς καταγράφεται από το ΔΝΤ στη χώρα μας η μεγαλύτερη αύξηση στα επιτόκια καταθέσεων (1,5% αύξηση έναντι του 2009).
Ιδιαίτερα στην περίπτωση της Ελλάδας, το Ταμείο, όπως και η τρόικα συνολικότερα, δείχνουν καθαρά το δρόμο της… ευθανασίας στις τράπεζες που δεν έχουν βιώσιμα μοντέλα αυτόνομης ανάπτυξης και αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα χρηματοδότησης και κεφαλαιακής επάρκειας.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι τα 10 δις. ευρώ που έχουν «μπει στην άκρη» από το δάνειο των 110 δις. ευρώ, για να διατεθούν από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στις τράπεζες που θα χρειασθούν νέα κεφάλαια, χωρίς να μπορούν να τα αντλήσουν από την αγορά, προορίζεται αποκλειστικά για τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες με συστημική σημασία (Εθνική,EurobankAlpha, Πειραιώς), ενώ και οι κρατικές εγγυήσεις για άντληση ρευστότητας από την ΕΚΤ παρέχονται κατά το μεγαλύτερο μέρος τους σε μεγάλες τράπεζες.
Με τον τρόπο αυτό, η τρόικα σταμάτησε την πρακτική που είχε ακολουθήσει η προηγούμενη κυβέρνηση, κατά την κατανομή των ενισχύσεων του «πακέτου» των 28 δις. ευρώ, όταν είχαν δοθεί ενισχύσεις κεφαλαίων ακόμη και σε μικρές τράπεζες με ασήμαντη σημασία για τη σταθερότητα του συστήματος. Έτσι, το μήνυμα προς την κυβέρνηση, την ΤτΕ και τους τραπεζίτες είναι πλέον σαφές: όσες τράπεζες δεν μπορούν να «σταθούν» μόνες τους στην αγορά, δεν θα έχουν πρόσβαση σε κρατικές ενισχύσεις και θα έχουν πλέον ουσιαστικά μόνο μία επιλογή: την «ευθανασία» με όρους αγοράς (απορρόφηση από ισχυρότερες τράπεζες, όπως θα συμβεί προσεχώς με την TBank, που οδηγείται στην «αγκαλιά» του Τ.Τ., με σοβαρό κόστος για το κρατικό πιστωτικό ίδρυμα, καθώς η κεφαλαιακή επάρκεια της τέως Aspis Bank του Π. Ψωμιάδη βρίσκεται στο «κόκκινο»).
Για τις άλλες χώρες, που δεν αντιμετωπίζουν την πολύπλευρη κρίση με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η Ελλάδα, το ΔΝΤ συνιστά ακόμη πιο «σκληρές» λύσεις, προτείνοντας να χρησιμοποιηθεί σε μεγαλύτερη κλίμακα η διαδικασία της εκκαθάρισης των μικρών και αδύναμων τραπεζών. Για την Ελλάδα, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει ξεκαθαρισθεί ότι θα αποφευχθεί η χρήση αυτού του «σκληρού» μέτρου, καθώς ακόμη και το «λουκέτο» μιας θεωρητικά ασήμαντης τράπεζες μπορεί να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες στο σύστημα, αν κλονισθεί περαιτέρω η εμπιστοσύνη των καταθετών.
Ο σύμβουλος του ΔΝΤ, Χοσέ Βινιάλς, παρουσιάζοντας την ετήσια έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ουάσιγκτον, έδειξε με αρκετή καθαρότητα, ότι το Ταμείο εφαρμόζει πολύ πιο αυστηρά πρότυπα για την παρακολούθηση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος από αυτά που έχουν επιλέξει να ακολουθούν οι αρμόδιες ευρωπαϊκές αρχές. Και συνιστά στους Ευρωπαίους να αποφύγουν τον εφησυχασμό και να σπεύσουν να ενισχύσουν τα κεφάλαια των τραπεζών επαρκώς, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν σε όλες τις πιέσεις της συγκυρίας, από την κρίση χρέους των κρατών, μέχρι τις επισφάλειες από τις πιστώσεις στην αγορά ακινήτων, ή στους καταναλωτές.
Οι ελληνικές τράπεζες, παρά τη δύσκολη συγκυρία, παρουσιάζονται με κίτρινο χρώμα σε γράφημα του ΔΝΤ, όπου παρουσιάζεται η γενική εικόνα κεφαλαιακής επάρκειας, το οποίο υποδηλώνει ότι δεν βρίσκονται μεν στην «κόκκινη ζώνη» των τραπεζών που επείγει να ενισχυθούν, αλλά δεν έχουν και κεφαλαιακή βάση επαρκή για  την απορρόφηση όλων των κραδασμών της συγκυρίας.
Το ΔΝΤ προχώρησε στην τελευταία έκθεσή του σε ένα δικό του τεστ αντοχής των ευρωπαϊκών τραπεζών, εφαρμόζοντας πολύ αυστηρότερα κριτήρια από αυτά που θα εφαρμόσει προσεχώς η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή. Για παράδειγμα, το Ταμείο δεν θεωρεί επαρκές το όριο του 6% για τη βασική κεφαλαιακή επάρκεια (core tier 1), ούτε βεβαίως το 5%, που θα χρησιμοποιηθεί στα φετινά ευρωπαϊκά τεστ. Όπως τόνισε ο Βινιάλς, η ανάλυση του Ταμείου αποκάλυψε, ότι το 30% των τραπεζών που θα ελέγξει η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 20% του συνολικού ενεργητικού, έχουν βασικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας χαμηλότερο από 8%, που το Ταμείο θεωρεί ότι είναι ένα όριο ασφαλείας για τα δεδομένα της σημερινής κρίσης.
Αυτό σημαίνει, ότι ορισμένες από τις ελληνικές τράπεζες που θα δοκιμασθούν στα προσεχή τεστ της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής, αν και θα περάσουν τον «πήχη» του 5% χωρίς ιδιαίτερη άνεση, δεν θα πληρούν τα αυστηρότερα κριτήρια που εφαρμόζει το ΔΝΤ και θα συνεχίσουν να βρίσκονται υπό πίεση για άντληση κεφαλαίων. Αυτό σημαίνει, ότι η πίεση του Ταμείου δεν στρέφεται μόνο προς τις μικρές τράπεζες, που θα υποχρεωθούν να αναζητήσουν κεφάλαια ή συμφωνίες απορρόφησης από μεγάλες, αλλά ακόμη και ορισμένες από τις θεωρούμενες μεγάλες και κεφαλαιακά ισχυρές τράπεζες θα υποχρεωθούν πολύ σύντομα να ζητήσουν νέες ενισχύσεις από τους μετόχους.