Το τέλος παιχνιδιού στην παγκόσμια «φούσκα»


Το κακόγουστο θέατρο με την εκταμίευση της πέμπτης δόσης του δανείου προς την Ελλάδα τελείωσε χθες και απομένουν μόνο οι επίσημες ανακοινώσεις, όχι μόνο για αυτή τη δόση, αλλά και για το νέο «πακέτο», που θα αποτρέψει τη χρεοκοπία της χώρας για άλλα δύο χρόνια τουλάχιστον. Τίποτε από όλα αυτά δεν αποτέλεσε έκπληξη στους τραπεζικούς κύκλους: όλοι γνώριζαν ότι η ευρωζώνη δεν αντέχει τη χρεοκοπία της Ελλάδας και ήταν θέμα χρόνου και εκχωρήσεων εθνικής κυριαρχίας από πλευράς μας (βλ. ιδιωτικοποιήσεις από «ξένα χέρια» κ.α.) για να «ανάψει πράσινο» στα χρηματοδοτικά «πακέτα».
Ακόμη και ένας απλός Έλληνας πολίτης ενστικτωδώς αντιλαμβάνεται ότι ούτε το
δεύτερο μνημόνιο έχει περισσότερες πιθανότητες από το πρώτο να οδηγήσει κάποτε την Ελλάδα στον «παράδεισο» των αγορών, όπου θα δανείζεται με τις δικές της δυνάμεις, χωρίς άλλες εκχωρήσεις εθνικής κυριαρχίας. Η Ελλάδα έχει περάσει (οριστικά, άραγε;) στον κύκλο των υπερχρεωμένων χωρών, που θα χάσουν την εθνική τους κυριαρχία και την περιουσία τους, σε μια ατέρμονη προσπάθεια να αποπληρώσουν χρέη που είναι αδύνατο να εξυπηρετηθούν. Ο θάνατος από υπερβολική δόση είναι γνωστός στους χρήστες ναρκωτικών, τώρα αποκτά και τη χρηματοοικονομική του αναφορά: σε λίγα χρόνια θα μιλάμε για θανάτους χωρών από υπερβολικές δόσεις δανείων.
Γιατί, όμως, η θέση της κάθε χώρας σε αυτή την φάση του κύκλου διόγκωσης της παγκόσμιας «φούσκας» χρέους έχει καθοριστική σημασία; Γιατί χώρες όπως η Σουηδία συζητούν πολύ σοβαρά την πλήρη απαλλαγή τους από χρέη, με ολοσχερή εξόφληση των υποχρεώσεών τους στις αγορές (χρέος = 0% του ΑΕΠ!, την ίδια ώρα ακριβώς που άλλες χώρες βουλιάζουν στην υπερχρέωση; Μήπως πλησιάζει το «τέλος παιχνιδιού» στην παγκόσμια «φούσκα» χρεών και γι’ αυτό έχει τόσο μεγάλη σημασία σε ποια θέση τερματίζει κάθε χώρα;
Στους υψηλούς τραπεζικούς κύκλους και σε ελάχιστους υψηλά ιστάμενους πολιτικούς διεθνώς είναι ήδη γνωστό και προδιαγεγραμμένο πού οδηγεί η παγκόσμια «φούσκα» χρέους, που άρχισε να διογκώνεται από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, όταν οι Αμερικανοί αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το νομισματικό σύστημα του Μπρέτον Γουντς, για να έχουν την ελευθερία να τυπώνουν δολάρια σύμφωνα με τις ανάγκες τους. Η «φούσκα» του χρέους που άρχισε από τότε να διογκώνεται ήταν γνωστό στους διαχειριστές του συστήματος ότι σε μερικές δεκαετίες δεν θα μπορούσε να συνεχίσει να μεγαλώνει και θα ήταν υποχρεωτική η μετάβαση στο επόμενο στάδιο: την αντικατάσταση των σημαντικότερων διεθνών νομισμάτων, που θα έχαναν μοιραία την αξία τους από την ανεξέλεγκτη κυκλοφορία νέου χρήματος χωρίς αντίκρισμα, από ένα κοινό νόμισμα!
Το σχέδιο αυτό είχε περιγράψει από το 1988 σε πρωτοσέλιδο άρθρο του ο “Economist”: ήταν το λεγόμενο «σχέδιο Φοίνιξ». «Φοίνιξ» ήταν η κωδική ονομασία του νέου παγκόσμιου νομίσματος, επειδή ακριβώς η γέννησή του από τις στάχτες του παλαιού νομισματικού συστήματος θα θύμιζε την αναγέννηση του αρχαίου Φοίνικα από τις στάχτες του. Το νέο νόμισμα θα γεννιόταν το 2018, σύμφωνα με την «προφητεία» του Economist, από τον «γάμο» του δολαρίου, των ευρωπαϊκών νομισμάτων και του γιεν και, ίσως, ορισμένων φτωχότερων χωρών. «Η παγκόσμια προσφορά φοίνικα (σ.σ.: χρήματος) θα ρυθμιζόταν από μια νέα κεντρική τράπεζα, που θα αποτελούσε πιθανότατα τη μετεξέλιξη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου».
Αυτό που ξεχνούσε το περιοδικό να αναφέρει ήταν η πολιτική παράμετρος αυτού του μεγάλου νομισματικού παιχνιδιού: για να υπάρξει μία παγκόσμια κεντρική τράπεζα, που θα αποτελέσει τη μετεξέλιξη του ΔΝΤ, χρειάζεται και κάποια μορφή παγκόσμιας διακυβέρνησης, που δεν θα έχει σοβαρούς δημοκρατικούς περιορισμούς (η έννοια των παγκόσμιων εκλογών δεν έχει εφευρεθεί ακόμα) και θα αντλεί την ισχύ της από τις χώρες που κυριαρχούν και στη μετοχική σύνθεση του ΔΝΤ, δηλαδή τις προηγμένες βιομηχανικές χώρες της Δύσης, με επικεφαλής τις ΗΠΑ. Από πολιτική άποψη, το «σχέδιο Φοίνιξ» φαίνεται άκρως προβληματικό, τουλάχιστον σε οποιονδήποτε έχει στοιχειώδη δημοκρατική ευαισθησία, γι’ αυτό και το σχετικό άρθρο του “Economist” περιέγραφε εξαντλητικά τις οικονομικές ευκολίες και αρετές ενός παγκόσμιου νομίσματος, χωρίς να μπαίνει στα πολιτικά ζητήματα που σχετίζονται με το νέο νόμισμα.
Αρκετά χρόνια και πολλές οικονομικές κρίσεις αργότερα, και ενώ το έτος 2018 δεν φαίνεται πια τόσο μακρινό, αυτή η «προφητεία» του Economist γίνεται εξαιρετικά επίκαιρη. Τρεις μήνες πριν φυλακισθεί και αποπεμφθεί από το ΔΝΤ, ο Ντομινίκ Στρος Καν περιέγραφε πώς οραματιζόταν την έξοδο από την παγκόσμια οικονομική κρίση με τη δημιουργία ενός παγκόσμιου νομίσματος, που θα είχε τη βάση του στα Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα (SpecialDrawing Rights), δηλαδή στο «εικονικό νόμισμα» που χρησιμοποιεί το ΔΝΤ στις συναλλαγές του με τις κυβερνήσεις (σχετικό άρθρο για αυτές τις δηλώσεις μπορείτε να βρείτε εδώ:http://www.telegraph.co.uk/finance/currency/8316834/International-Monetary-Fund-director-Dominique-Strauss-Kahn-calls-for-new-world-currency.html).
Ο Στρος Καν φαίνεται ότι έκανε ένα λάθος, από υπερβάλλουσα φιλοδοξία να πάρει τον τίτλο του «πατέρα του νέου νομίσματος»: όχι μόνο κινήθηκε πρόωρα για να ανακοινώσει στον κόσμο το φιλόδοξο σχέδιο, αλλά έσπευσε να δηλώσει ότι στη νομισματική βάση του νέου συστήματος θα πρέπει να περιληφθούν και τα νομίσματα μεγάλων οικονομικών δυνάμεων του (πρώην) Τρίτου Κόσμου, όπως της Κίνας, η οποία άλλωστε έχει στα «σεντούκια» της αμερικανικά ομόλογα αξίας 2,85 τρισ. δολ.  και δεν μπορεί να αγνοηθεί ως βασικός παγκόσμιος νομισματικός «παίκτης». Ο Στρος Καν λέγεται ότι ήταν αποφασισμένος να πιέσει στη Σύνοδο του G8 στην Ντοβίλ, που έγινε την περασμένη εβδομάδα χωρίς την παρουσία του, για την επίσπευση της εφαρμογής του «σχεδίου Φοίνιξ», με συμμετοχή της Κίνας. Αυτό δεν άρεσε καθόλου στην αμερικανική κυβέρνηση (πάσα σχέση αυτής της δυσαρέσκειας με τη δικαστική του περιπέτεια είναι ασφαλώς συμπτωματική).
Γιατί όλα αυτά έχουν σχέση με την Ελλάδα; Πολύ απλά, πριν «μηδενίσει το κοντέρ» στο παγκόσμιο νομισματικό παιχνίδι, θα πρέπει να γίνει ένα μεγάλο «ξεκαθάρισμα», υπό τη μορφή μιας παγκόσμιας κρίσης χρέους, που θα προετοιμάσει το έδαφος για να γίνει πολιτικά δεκτό με ανακούφιση το «σχέδιο Φοίνιξ». Σε αυτό το «ξεκαθάρισμα», σε αυτό τον παγκόσμιο νομισματικό πόλεμο, ο πλανήτης θα χωρισθεί σε νικητές και ηττημένους: νικητές θα είναι όσοι έχουν τα λιγότερα χρέη και την καλύτερη δυνατότητα εξυπηρέτησής τους, αλλά και τα περισσότερα περιουσιακά στοιχεία. Οι ηττημένες χώρες αυτού του πολέμου, αυτές που θα βρεθούν υπερχρεωμένες και χωρίς περιουσία θα καταδικασθούν σε ρόλο παρία στο νέο σύστημα, ή, ορθότερα, σε καθεστώς αιώνιας δουλείας στο χρέος, σε ένα νομισματικό σύστημα που θα ελέγχεται από τους νικητές.
Το μεγάλο «ξεκαθάρισμα» άρχισε στις ΗΠΑ από τράπεζες, πέρασε στην Ευρώπη, με τον «πόλεμο» να μεταφέρεται σε ολόκληρα έθνη του αναπτυγμένου κόσμου και θα συνεχισθεί μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας, όπου νικητές και ηττημένοι θα έχουν πια ξεχωρίσει, τόσο σε επίπεδο εθνών, όσο και σε επίπεδο επιχειρηματικών/τραπεζικών οντοτήτων. Γι’ αυτό και η σημερινή περιπέτεια της Ελλάδας έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από όση φαντάζονται οι περισσότεροι: δεν είναι απλώς μια κρίση, που αργά ή γρήγορα θα ξεπερασθεί, με περισσότερες ή λιγότερες θυσίες. Είναι μια «πολεμική περιπέτεια», με οικονομικούς όρους, από την οποία θα κριθεί η τύχη της χώρας στο νέο νομισματικό σύστημα που αναδύεται.