Έναν επιπλέον όρο βάζει η κυβέρνηση στις διοικήσεις και τους μετόχους των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, προκειμένου να διατηρήσουν τον έλεγχο των ελληνικών τραπεζών, στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησής τους, λόγω των απωλειών που θα καταγράψουν από τη συμμετοχή στο πρόγραμμα ανταλλαγής ελληνικών ομολόγων, σε συνδυασμό με το πόρισμα της BlackRock.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι διοικήσεις των εμπορικών τραπεζών θα πρέπει να αντλήσουν από την αγορά – δηλαδή από τους νυν ή από νέους μετόχους – ποσό ίσο με το 10% της συνολικής χρηματοδότησης που χρειάζονται για την ανακεφαλαιοποίησή τους. Στη συνέχεια, το ελληνικό δημόσιο θα καλύψει το υπόλοιπο 90% μέσω κοινών μετοχών, τριετούς ή πενταετούς ισχύος, χωρίς δικαιώματα ψήφου αλλά με περιορισμένα δικαιώματα, κυρίως για στρατηγικού είδους ζητήματα, όπως για παράδειγμα τις συγχωνεύσεις. Ακόμη, μετά την πάροδο των τριών ή πέντε ετών, οι παλαιοί μέτοχοι διατηρώντας προτεραιότητα στην επαναγορά των μετοχών τους θα έχουν τη δυνατότητα να επανακτήσουν τον πλήρη έλεγχο των τραπεζών.
Σε περίπτωση που δεν κατορθώσουν να βρουν τα απαραίτητα κεφάλαια (κάτι που κρίνεται πιθανό για κάποιες από για τις μικρές τράπεζες), τότε θα αναγκαστούν να ενταχθούν στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) και να λάβουν από εκεί το σύνολο της χρηματοδότησης τους. Η ανακεφαλαιποίηση θα γίνει με κοινές μετοχές, με το δημόσιο να έχει πλήρη δικαιώματα, δηλαδή θα πρόκειται για μία διαδικασία αναδιάρθρωσης που θα οδηγήσει σε κανονική κρατικοποίηση.
Πρόκειται για μία κίνηση που, εκτός από το οικονομικό σκέλος, έχει πολιτική και συμβολική διάσταση, καθώς η κυβέρνηση θέλει να στείλει το μήνυμα ότι δεν χαρίζει τις τράπεζες στις νυν διοικήσεις τους, χωρίς βέβαια παράλληλα να θέτει εν αμφιβόλω την ιδιωτικο-οικονομική λειτουργία τους.